Ο ΣΩΡΟΣ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ



Το μοτίβο της σύγχρονης αθηναϊκής πόλης στην πλέον ομοιογενή μορφή του στηρίζεται στο οικοδομικό τετράγωνο και στο κτήριο κατοικίας επί ιδιόκτητου οικοπέδου, την πολυκατοικία. Η τυπολογία της πολυκατοικίας αποτέλεσε την απάντηση στην ανάγκη για στέγαση της ελληνικής οικογένειας. Η αστική μονάδα της οικογένειας συγκροτήθηκε μαζί με την έννοια του «λαού» και αποτέλεσε την ιδεολογική βάση του σύγχρονου ελληνικού κράτους και βασική παραγωγική και κοινωνική μονάδα. Τα τελευταία είκοσι χρόνια η κοινωνική μονάδα της ελληνικής οικογένειας κλονίζεται μέσα στο νέο πολυ-πολιτισμικό περιβάλλον και τις συντελούμενες δημογραφικές ανακατατάξεις. Έτσι περιγράφεται η κρίση στην αστική τυπολογία της πολυκατοικίας, η οποία σχηματίστηκε για να στεγάσει την οικογένεια ως θεσμό προσδιορισμένο από την εθνική του ταυτότητα. Το πολυ-πολιτισμικό «πλήθος» της σύγχρονης πόλης γιγαντώνει την ανάγκη για στέγαση θέτοντας νέους και απροσδόκητους όρους για την κατανόηση και τη χρήση του μητροπολιτικού αποθέματος. Από άποψη σημαντικότητας, δύο παράγοντες φαίνεται να χρειάζονται απάντηση στην κλίμακα της πόλης. Ο πρώτος στοχεύει στο γεγονός ότι το έδαφος της αθηναϊκής πόλης καλύπτεται από κτήρια σε τόσο μεγάλη πυκνότητα, που η αναλογία του ανοιχτού χώρου είναι 2,55 τ.μ. ανά κάτοικο και αποτελεί το χαμηλότερο ποσοστό στην Ευρώπη. Ο δεύτερος είναι η κρίση της κυρίαρχης τυπολογίας, της πολυκατοικίας. Είκοσι πέντε τοις εκατό των διαμερισμάτων παραμένουν κλειστά ή ξενοίκιαστα την ίδια στιγμή που αναρίθμητοι ξένοι πολίτες, μετανάστες και πρόσφυγες, στερούνται σπίτι και εργασία. Ταυτόχρονα, τα κτήρια πολυκατοικίας γερνάνε και κατά μέσο όρο μετράνε 60 χρόνια λειτουργίας, όταν η ποιότητα κατασκευής τους υπολογίζει χρόνο ζωής 90-100 χρόνια. Η πρόταση με τον τίτλο «Ο Σωρός της Αθήνας» δίνει ένα παράδειγμα ριζικής μεθόδου επανεξέτασης του ζητήματος της στέγασης στην Αθήνα, αποφεύγοντας όμως τη συνολική διατάραξη του αστικού ιστού. Ανάμεσα στο μικρό λόφο του Ιππίου Κολωνού και την ιστορική Ακαδημία Πλάτωνος, μετατρέπεται ολοσχερώς η μορφή κτηριακής μάζας κάλυψης δώδεκα οικοδομικών τετραγώνων, διατηρώντας όμως την ίδια δυνατότητα δόμησης σε αναλογία εδάφους που ισχύει και σήμερα. Τρεις είναι οι παράμετροι που αλλάζουν: ΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΕΔΑΦΟΥΣ Η αναλογία ανοιχτού χώρου (ελεύθερου εδάφους) σε σχέση με τον χτισμένο χώρο. Διπλασιάζοντας το ύψος των κτηρίων και γεφυρώνοντας τους υφιστάμενους δρόμους, απομένει ελεύθερος χώρος για αστική καλλιέργεια και αρχαιολογικές ανασκαφές. Η συγκεκριμένη πρόταση, ως μοντέλο, αυξάνει την αναλογία ελεύθερου εδάφους ανά κάτοικο από 2,55 τ.μ. σε 7 τ.μ. ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΑΣΤΙΚΗΣ ΠΥΚΝΟΤΗΤΑΣ Οι νέοι εσωτερικοί χώροι παύουν να είναι διαμερίσματα καθώς προβλέπονται ως ενιαίοι ανοιχτοί ιδιωτικοί χώροι, προορισμένοι περισσότερο για τις πολυ-πολιτισμικές μοναδικότητες παρά για τη σταθερή ελληνική οικογένεια. Η πυκνότητα των κατοίκων ανά οικοδομικό τετράγωνο δεν αλλάζει σχετικά με την παρούσα κατάσταση και αντιστοιχούν 7 τ.μ. οικοδομημένου εδάφους ανά κάτοικο. ΠΟΡΩΔΕΣ Οι νέες αστικές δομές που προτείνονται στη θέση των πολυκατοικιών ονομάζονται «Πληθοδομές» (δομές για το πλήθος). Είναι κατασκευές που παρέχουν κοινά πεδία χώρου τόσο στο έδαφος όσο και στο υπερυψωμένο έδαφος που δημιουργείται στην πορώδη δομή του κτηρίου, με την εναλλαγή ανοιχτών και κλειστών χώρων. Τα επίπεδα του «κοινού» σε όλη την έκταση της δομής χρησιμοποιούνται −επίσης− για τη συλλογή ηλιακής ενέργειας και την καλλιέργεια. ΣΩΡΟΣ Στην πρόταση για τις «Πληθοδομές» της Αθήνας εμφανίζεται η μάζα της μεγα-δομής να συγκροτείται περισσότερο από μια συσσώρευση παρά από μια κατασκευαστική άρθρωση οικοδομικής ύλης. Το πρότζεκτ είναι μια καθολική μεταφορά. Οι μοναδικότητες είναι οι τσιμεντένιοι πλίνθοι. Οι μοναδικότητες συσσωρευμένες μαζί, στο «Σωρό της Αθήνας», συντελούν στη χωρική συγκρότηση του πλήθους. Οι πλίνθοι ενωμένοι, κατασκευασμένοι σαν ερειπωμένες δομές, στεγάζουν το κοινό. Αδόμητες, βαριές, κινητές, εύθραυστες, ασταθείς αλλά και συλλογικές οι πληθοδομές διευρύνουν τα πεδία του κοινού και παρέχουν μια μορφή οικοδομικής επινόησης για τη νέα μητροπολιτική ζωή της Αθήνας.













Συνεργάτες: Βάσια Λύρη, Μιχάλης Σοφτάς